υγρογράφος

υγρογράφος
ο
μετεωρολογικό όργανο που μετράει αυτόματα την ατμοσφαιρική υγρασία.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • υγρογράφος — ο, Ν (μετεωρ.) αυτογραφικό υγρόμετρο στο οποίο η υγρασία τού αέρα καταγράφεται πάνω σε χαρτί που είναι στερεωμένο σε περιστρεφόμενο τύμπανο. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hygrograph (< υγρός + γράφος*)] …   Dictionary of Greek

  • -γραφος — β συνθετικό μεγάλου αριθμού συνθέτων τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, το οποίο προήλθε είτε από το ουσ. γραφή* είτε απευθείας από το ρ. γράφω*. Από τα σύνθετα αυτά, 250 περίπου είναι της αρχαίας γλώσσας, από τα οποία κανένα δεν απαντά …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”